Home / ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ / Πράσινη μετάβαση α λα ελληνικά

Πράσινη μετάβαση α λα ελληνικά

«Οι επενδυτές πρέπει να προσέχουν ώστε τα έργα AΠΕ που αναπτύσσουν, να μη δημιουργούν άθελά τους κινδύνους για τη φύση και τα οικοσυστήματα. Ο ορθός σχεδιασμός και ο έγκαιρος προσδιορισμός των επιπτώσεων είναι αποτελεσματικά εργαλεία για την επίτευξη της κατάλληλης χωροθέτησης των έργων. Γι’ αυτό οι επενδυτές θα πρέπει να αποφεύγουν περιοχές υψηλής οικολογικής αξίας». Τη σύσταση αυτή απευθύνει, μεταξύ άλλων, ο Διεθνής Οργανισμός Διατήρησης της Φύσης στην έκθεσή του για τη σημασία της αιολικής ενέργειας στην προστασία της βιοποικιλότητας, αναγνωρίζοντας ότι η κάλυψη των αυξανόμενων ενεργειακών αναγκών του πλανήτη και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι συνυφασμένες με την ανάπτυξη μεγαλύτερης κλίμακας έργων ΑΠΕ. Στην εντελώς αντίθετη από αυτήν κατεύθυνση «του ορθού σχεδιασμού» κινείται η Ελλάδα, που έχει θέσει έναν φιλόδοξο στόχο για την ανάπτυξη των ΑΠΕ, με αποτέλεσμα να έχουν επισκιαστεί σήμερα το υψηλό επενδυτικό ενδιαφέρον για νέα έργα και η προσέλκυση των μεγαλύτερων εταιρειών του κλάδου διεθνώς από το κύμα αντιδράσεων που εξαπλώνεται σε κάθε γωνιά της ηπειρωτικής και της νησιωτικής χώρας. 

Η δυναμική που έχουν πάρει οι αντιδράσεις, καθώς στον χορό άρχισαν να μπαίνουν και δήμοι και περιφέρειες, εκδίδοντας σειρά αρνητικών γνωμοδοτήσεων στις περιβαλλοντικές μελέτες έργων που κατατίθενται προς έγκριση, έχει προκαλέσει σοβαρές ανησυχίες στην πλευρά των επενδυτών και προβληματισμό στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος, αλλά και στο Μαξίμου που έχει γίνει κοινωνός της κατάστασης από τους ίδιους τους επενδυτές. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της άμεσα εξαρτώμενης από τον λιγνίτη περιφέρειας της Δ. Μακεδονίας, η οποία έχει ζητήσει την αναστολή όλων των διαδικασιών αδειοδότησης και υλοποίησης έργων ΑΠΕ μέχρι την ολοκλήρωση του ειδικού χωροταξικού και εκδίδει συνεχώς αρνητικές γνωμοδοτήσεις έργων, υπονομεύοντας τον συνολικότερο σχεδιασμό απολιγνιτοποίησης της περιοχής. 
Την παρέμβαση του πρωθυπουργού ζήτησε με ανοιχτή επιστολή του, την περασμένη Παρασκευή, ο Σύνδεσμος Παραγωγών Ενέργειας με Φωτοβολταϊκά (ΣΠΕΦ) επικεντρώνοντας κυρίως στην περιοχή της Κοζάνης, όπου όπως αναφέρει «η αντίδραση εκφράζεται με την απόλυτη άρνηση κάποιων περιφερειακών και δημοτικών αρχών να γνωμοδοτήσουν θετικά για οποιοδήποτε έργο χωρίς διάκριση, ακόμη και για όσα έργα έχουν τη σύμφωνη γνώμη όλων των εκ του νόμου εμπλεκόμενων αρχών και φορέων». Ο ΣΠΕΦ καταγγέλλει επίσης ότι οι αντιδρώντες ασκούν ένα ιδιότυπο «bullying» σε όσους δημόσιους λειτουργούς τηρούν κατά γράμμα τη νομοθεσία και γνωμοδοτούν θετικά.
Για το εκτεταμένο κίνημα κατά των ΑΠΕ ενοχοποιείται σε μεγάλο βαθμό το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, το οποίο οδήγησε σε άναρχη χωροθέτηση έργων, δημιουργώντας μια πλασματική εικόνα σε σχέση με το πραγματικό επενδυτικό ενδιαφέρον. Μόνο στους δύο τελευταίους κύκλους της ΡΑΕ υποβλήθηκαν αιτήσεις για περίπου 54 GW, ισχύ που ισοδυναμεί με περίπου τρεις φορές τη συνολική εγχώρια κατανάλωση. Από αυτές τις αιτήσεις ένα ποσοστό πάνω από 30%, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΡΑΕ, αφορά επικαλύψεις γης.

Το θεσμικό πλαίσιο δεν υποχρεώνει τον επενδυτή στο στάδιο της έκδοσης βεβαίωσης παραγωγού να προσκομίσει τίτλους ιδιοκτησίας ή παραχώρησης χρήσης γης, με αποτέλεσμα μια περιοχή να τη διεκδικούν δύο και πολλές φορές περισσότεροι επενδυτές. Επιπλέον, δεν απαιτείται σε αυτό το στάδιο η πιστοποίηση οικονομικής φερεγγυότητας του επενδυτή, προσελκύοντας έτσι αμφισβητούμενης δυνατότητας επενδυτικό ενδιαφέρον. Το ΥΠΕΝ, αναγνωρίζοντας το πρόβλημα, αναμένεται να προχωρήσει σε διορθώσεις και στα δύο αυτά ζητήματα με νομοθετικές ρυθμίσεις μέσα στον Απρίλιο. Στο μεταξύ, όμως, η ζημιά έχει γίνει, όπως εμμέσως πλην σαφώς παραδέχεται και η γ.γ. Ενέργειας Αλεξάνδρα Σδούκου, η οποία πάντως εκτιμά πως «έως τώρα το πρόβλημα προκύπτει όχι γιατί πάσχει κάπου το υφιστάμενο πλαίσιο, αλλά γιατί η χωροθέτηση εξετάζεται στο στάδιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, ενώ οι αντιδράσεις πολύ συχνά εκδηλώνονται σε προηγούμενα στάδια αδειοδότησης». Ερμηνεύοντας τις αντιδράσεις, η κ. Σδούκου αναφέρει στην «Κ»: «Ακόμη και πριν από το πρώτο στάδιο όμως (βεβαίωση παραγωγού) τα έργα ΑΠΕ για τα οποία έχουν υποβληθεί αιτήσεις εμφανίζονται στον γεωπληροφοριακό χάρτη της ΡΑΕ. Η εικόνα –που ισούται με χίλιες λέξεις– δείχνει ένα χάρτη της Ελλάδας με ανεμογεννήτριες σε κάθε βουνοκορφή και φωτοβολταϊκά σε κάθε πεδιάδα. Στρεβλή εικόνα που επιτείνει τις αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών και βλάπτει όχι τόσο τα παρανόμως χωροθετημένα έργα (που ούτως ή άλλως θα κόβονταν στη συνέχεια) αλλά κυρίως τα νόμιμα». 
Για την αποκατάσταση της σωστής εικόνας, όπως τονίζει η κ. Σδούκου, το υπουργείο έχει δρομολογήσει σε συνεργασία με τη ΡΑΕ την εκπόνηση μελέτης για να αποτυπωθούν στον γεωπληροφοριακό χάρτη οι περιοχές αποκλεισμού, οι ζώνες ασυμβατότητας και οι αποστάσεις χωροθέτησης, σύμφωνα με το ειδικό χωροταξικό των ΑΠΕ. «Ετσι, και οι επενδυτές θα αισθάνονται πιο ασφαλείς και οι τοπικές κοινωνίες θα μπορούν να αξιολογήσουν τα έργα με βάση πληροφορίες που ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα», υπογραμμίζει η κ. Σδούκου. Παράλληλα, σημειώνει, ο «χάρτης» για το πού επιτρέπονται οι ΑΠΕ, θα συμπληρωθεί με την ολοκλήρωση της ανάρτησης των δασικών χαρτών, την αναθεώρηση του ειδικού χωροταξικού των ΑΠΕ και την εκπόνηση των τοπικών χωρικών σχεδίων. 
«Μόνο έτσι θα έχουμε μεθοδική και λελογισμένη διείσδυση και θα αποφύγουμε ανορθολογικές καταστάσεις –ή ακόμη και καιροσκοπικές συμπεριφορές– σε έναν από τους πιο δυναμικούς κλάδους της οικονομίας», λέει η ίδια και με καθησυχαστικό ύφος τονίζει ότι «δεν θα γεμίσουν οι βουνοκορφές και οι πεδιάδες από έργα ΑΠΕ, καθώς για την επίτευξη των εθνικών στόχων (νέα ισχύς 9 GW το 2030) απαιτείται λιγότερο από το 20% των έργων, των 54 GW που έχουν υποβληθεί». 

Πηγή

About kathimerini