Home / Αθλητισμός / Μπάσκετ / NBA / Γιάννης Αντετοκούνμπο: 21 και τα παίρνει όλα

Γιάννης Αντετοκούνμπο: 21 και τα παίρνει όλα

Από την Α2 στο ρεκόρ καριέρας απέναντι στον LeBron. Μέσα σε τρία χρόνια. Ο Αντετοκούνμπο του τότε και ο Αντετοκούνμπο το τώρα. Αυτή είναι η διαδρομή του κι αυτός είναι ο πραγματικός Γιάννης, που έγινε 21 στις πριν λίγες ημέρες (6/12).

Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο έγινε 21 ετών. Η είδηση δεν είναι ότι έγινε 21. Η είδηση είναι ότι είναι μόλις 21. Από την Α2 βρέθηκε μέσα σε τρία χρόνια να σκοράρει 33 πόντους στον LeBron. Εντυπωσιακό. Για όλους εκτός από αυτούς που τον ξέρουν πραγματικά, αυτούς που περιγράφουν στο Sport24.gr πως το διψασμένο παιδί έκανε αυτό το ταξίδι στα αστέρια, αλλά και πως παραμένει ταπεινό και αναλλοίωτο σ’ αυτή την επιτυχία. Αυτή είναι η διαδρομή του Γιάννη, το τέλος της οποίας δεν το ξέρει ακόμη κανείς…

Το ανορεξικό παιδί από τα Σεπόλια, όλος χέρια και πόδια, το 2012 έπαιζε στο εφηβικό του Φιλαθλητικού και άρπαζε τα λιγοστά λεπτά που του δινόντουσαν στην Α2. Το 2015, τρία μόλις χρόνια μετά, διεκδικεί τον τίτλο του “Franchise Player” των Bucks. Βασικός σε μια από τις ανερχόμενες δυνάμεις του ΝΒΑ. Μόνιμος κάτοικος στο Top-10 με τις καλύτερες φάσεις της λίγκας. Αυτός που έβαλε 33 πόντους στους Cavaliers του LeBron James. Ο επόμενος ηγέτης της Εθνικής μας ομάδας. Ο παίκτης που φιλοδοξεί να αλλάξει τον τρόπο που παίζεται το μπάσκετ. Τελικά, ποιο είναι το πιο εντυπωσιακό; Ότι από τότε που έπαιζε πλέι-μέικερ στο εφηβικό του Φιλαθλητικού πέρασαν μόλις τρία χρόνια, ή ότι σήμερα έγινε 21 ετών;

Πέρσι τον Φεβρουάριο ένας από τους πιο σκληροτράχηλους φόργουορντ του ΝΒΑ, ο Reggie Evans, δεν άντεξε και τον ρώτησε καθώς περνούσε από τον πάγκο. “Πόσο χρονών είσαι”;“20” του απάντησε κοφτά ο Γιάννης και ο Evans προσπάθησε να μαζέψει το σαγόνι του από την έκπληξη. Την Κυριακή 6 Δεκεμβρίου έγινε 21. Black-jack. Ο Αντετοκούνμπο σ’ αυτή την περίπτωση δεν τα παίρνει όλα. Όχι επειδή δεν μπορεί ή δεν θέλει. Απλά γιατί ακόμη κανείς δεν γνωρίζει τι ακριβώς είναι αυτό το “όλα” που περιμένει στο κέντρο της τσόχας.

Ποιο είναι το ταβάνι; Να γίνει all-star; Να πάρει τίτλους στο ΝΒΑ και μετάλλια με την Εθνική μας ομάδα; Τι ακριβώς;

“Να γίνεται καλύτερος κάθε μέρα. Αυτός είναι ο στόχος του”. Κλισέ, αλλά για να το λέει ο Κανέλλος Γαρμπής, ένας από τους πιο στενούς φίλους του, είναι αλήθεια. “Δεν σκέφτεται το μακρινό μέλλον. Μόνο πως θα κάνει προπόνηση και πως θα γίνει καλύτερος κάθε μέρα που περνάει” εξηγεί ο άλλοτε συμπαίκτης του στον Φιλαθλητικό και νυν πλέι-μέικερ του Πανιωνίου, βάζοντας στον πάγο κάθε συζήτηση που αφορούσε το ερώτημα πόσο καλός τελικά μπορεί να γίνει ο Γιάννης. Ίσως γιατί κανείς δεν ξέρει. Ούτε καν ο άνθρωπος που τον οδήγησε στα αστέρια, ο ατζέντης που τον πίστεψε, πριν καν πιστέψει ο ίδιος στον εαυτό του, ο Γιώργος Πάνου.

Ούτε αυτός όμως θέλησε να μετρήσει το ύψος του ταβανιού με διακρίσεις και να το υπολογίσει με στατιστικά ή τίτλους. Αντίθετα παίρνει ένα σφυρί και το σπάει. “Το ταβάνι του; Να αλλάξει το μπάσκετ” και αναλύει: “Να αλλάξει τον τρόπο που ψάχνουν όλες οι ομάδες παίκτες. Να μην στέκονται δηλαδή στο ποιος βάζει 40 πόντους, αλλά ποιος θα πάρει ριμπάουντ, θα σκοράρει, θα πασάρει, θα κατεβάσει τη μπάλα. Να δημιουργήσει μια νέα θέση στο μπάσκετ. Αυτό που λέγαμε point forward”.

Δίνοντας μια άκρως ρεαλιστική διάσταση σ’ αυτή την υποθετική ερώτηση ο Γιώργος Πάνου συμπλήρωσε: “Ο Γιάννης θα παίξει άλλα 20 χρόνια, κάνοντας σε κάθε παιχνίδι το καλύτερο που μπορεί. Γιατί αυτό θέλει. Να παίξει άλλα 20 χρόνια. Να τον πάρουν σηκωτό από το γήπεδο”.

Οι Αμερικάνοι αποκαλούν αυτούς τους παίκτες ως “gym rats”. Εμείς τους λέμε “παίκτες της προπόνησης”. Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο από μικρός που πάτησε το παρκέ κόλλησε. “Ζούσε και ανέπνεε για να κάνει προπόνηση. Και σχολείο που πήγαινε, σκαστός ήταν” υπογραμμίζει ο Κανέλος Γκαρμπής. “Μπορεί να μας περίμενε και μισή ώρα στο ίδιο σημείο για να τον μαζέψουμε με το αυτοκίνητο και να πάμε για προπόνηση. Τόσο πολύ το ήθελε” θυμάται ο Χρήστος Σαλούστρος, νυν παίκτης του Κολοσσού Ρόδου, που έζησε τα πρώτα του βήματα πιο κοντά από τον καθένα.

“Τον γνώρισα όταν ήταν 14 χρονών. Ένα ανορεξικό παιδάκι, σαν αυτά που βλέπεις στην τηλεόραση στις διαφημίσεις της UNICEF. Ήταν 1.75, πολύ αδύνατος και το μόνο που τον ένοιαζε ήταν να είναι μες στο γήπεδο και να παίζει. Τίποτα άλλο” εξιστορεί ο Σαλούστρος, που συνεχίζει: “Στη χρονιά της Γ’ Εθνικής δεν ερχόταν σε όλες τις προπονήσεις, γιατί οι συνθήκες δεν το επέτρεπαν. Μερικές ημέρες τόσο αυτός όσο και ο Θανάσης εξαφανιζόντουσαν”. Ήταν η εποχή που ζούσε ακόμη στα Σεπόλια μαζί με την οικογένεια του, αντιμετωπίζοντας αρκετές κακουχίες, που έκαναν ακόμη και ένα μικρό παιδί που λάτρευε το μπάσκετ, να έχει άλλες προτεραιότητες.

“Σε κάθε αγώνα ήταν εκεί, όμως. Μας εμψύχωνε. Ακολουθούσε παντού την ομάδα. Μας θαύμαζε κατά κάποιον τρόπο. Από τότε έβλεπες τη δίψα στα μάτια του” αποτυπώνει την εικόνα του 14χρονου Γιάννη, ο Σαλούστρος που πανηγύρισε δύο ανόδους με τον Φιλαθλητικό. “Τη δεύτερη χρονιά μου στην ομάδα μπήκε στην 12άδα και γινόταν ολοένα και πιο ανταγωνιστικός. Πήρε και 15 πόντους μέσα σε εκείνο το καλοκαίρι. Εκείνη τη χρονιά ήταν στο εφηβικό μαζί με τον αδερφό του και είχαν βγει 3οι στην ΕΣΚΑ. Θυμάμαι το τελευταίο ματς, είχαμε πάει να τους δούμε. Έβαλε 5 τρίποντα στο ματς που έκρινε την 3η θέση. Ήταν τόσο χαρούμενος εκείνη την ημέρα λες και κατακτούσε το πρωτάθλημα Ελλάδας”.

Στην Β’ Εθνική πήρε τις πρώτες εμπειρίες από το ανδρικό. Στην Α2 το όνομα του άρχισε να κυκλοφορεί περισσότερο από στόμα σε στόμα. “Τα πρώτα του λεπτά τα πήρε στην Β’ Εθνική. Τότε έδειξε κάποια πράγματα. Έδειξε ότι μπορεί να παίξει. Από εκεί ξεκινάει το ταξίδι του” τονίζει ο Χρήστος Σαλούστρος, που είχε πρωταγωνιστικό ρόλο σε εκείνη την ομάδα του Φιλαθλητικού που έχασε στο τελευταίο παιχνίδι, στην παράταση και μάλιστα στο τελευταίο σουτ την άνοδο στην Α1. Ένα σύνολο από παίκτες που εκτόξευσαν την καριέρα τους, όπως ο Νίκος Γκίκας (Άρη, Βέντσπιλς, Κηφισιά), ο Μιχάλης Καμπερίδης (ΑΕΚ, Ρέθυμνο), ο Θανάσης Αντετοκούνμπο (ντραφτ από τους Knicks), αλλά και παιδιά της κατηγορίας με πολύ ταλέντο, όπως ο Μπάμπης Σαμοθράκης.

Σε εκείνη την ομάδα ο Γιάννης Αντετοκούνμπο είχε πρωταγωνιστικό ρόλο. Ήταν 4ος σε χρόνο συμμετοχής (22 λεπτά), 4ος σκόρερ (9.5 πόντους), δεύτερος σε αμυντικά ριμπάουντ (3.8) και 4ος σε ασίστ (1.5). Κι όλα αυτά μπρος στα μάτια δεκάδων σκάουτερ και τζένεραλ μάνατζερ των ομάδων του ΝΒΑ, που συνέρρεαν στο κλειστό του Ζωγράφου για να δουν προπονήσεις και παιχνίδια του παίκτη, που εν συνεχεία θα γινόταν γνωστός σε παγκόσμιο επίπεδο ως “Greek Freak”.

 

Του είπα θα παίζει σε δύο χρόνια ΝΒΑ κι αυτός πήγε σπίτι και με κορόιδευε

 

Ο Γιάννης, όμως, δεν λογάριαζεσαι από αυτά. Με σκάουτερ ή χωρίς, φρόντιζε να δείχνει καθημερινά τη δίψα του για διάκριση. “Ήθελε να μαρκάρει τον καλύτερο. Πότε τον Θανάση. Πότε εμένα. Πότε τον Γκίκα. Πότε τον Ρώσο (Γεωργιάδη). Όποιον ήταν σε καλύτερη κατάσταση εκείνη την ημέρα. Ήθελε να γίνει καλύτερος από αυτόν που ήταν καλός. Και μιλάμε για μπασκετικό ξύλο. Να μπαίνει σε όλες τις διεκδικήσεις” γυρνάει τον χρόνο πίσω ο Σαλούστρος που συμπληρώνει ότι: “Έπαιζε αδίστακτα. Με την καλή έννοια. Δεν λογάριαζε κανέναν. Δεν ήταν άγνοια. Θα την ονομάζαμε άγνοια την πρώτη χρονιά, ή την δεύτερη. Όχι, όμως και την 3η. Απλά δεν λογαριάζει. Δεν συμβιβάζεται”.

Όσοι τον ζούσαν καθημερινά διέκριναν ότι έχει κάτι διαφορετικό. Κάτι το ξεχωριστό. Όχι μόνο τη δίψα στα μάτια, αλλά ακόμη το ταλέντο, τα σωματικά προσόντα και τον χαρακτήρα για να πετύχει. “Για να είμαι ειλικρινής δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα έφτανε τα 2.11” αποκαλύπτει ο Γιώργος Πάνου, που είχε κάτι διαφορετικό στο μυαλό του: “θα γινόταν ένας μακρύς γκαρντ κοντά στα δύο μέτρα, που θα μπορούσε να παίξει πλέι-μέικερ ή έστω να πάρει αποφάσεις”. Τελικά έγινε πολλά περισσότερα.

Η μεγάλη του εμπειρία ως προπονητής (Μαρούσι, ΑΕΚ, Τρίκαλα, Παγκράτι, Εθνική ομάδα) επέτρεπε στον Γιώργο Πάνου να βλέπει τα πράγματα από διαφορετικό πρίσμα, να διακρίνει πράγματα που άλλοι ατζέντηδες δεν μπορούσαν. “Σε δύο χρόνια θα παίζεις ΝΒΑ” του είχε πει στο ραντεβού που είχαν κάνει στο Γκάζι. Μαζί του γύρω από εκείνο το τραπέζι ήταν οι γονείς του και ο μικρός αδερφός του, ο Κώστας. “Αν το πίστευε; Τότε καλά καλά δεν ακουμπούσε στο ανδρικό. Αυτό που έμαθα μετά είναι ότι όταν εκείνο το βράδυ γύρισε σπίτι με κορόιδευε, αλλά δεν πειράζει…”  διηγείται γελώντας ο Γιώργος Πάνου από το Σαν Αντόνιο όπου βρέθηκε για να παρακολουθήσει το παιχνίδι των Bucks με τους Spurs.

Οι ερωτήσεις όμως είναι επίμονες. Αλήθεια; ΝΒΑ; Ούτε καν Ευρωλίγκα; “Δεν σκεφτόμασταν ποτέ την Euroleague. Με τα τωρινά δεδομένα και με την πίεση που έχουν οι ομάδες ήξερα ότι είναι δύσκολο μια ομάδα να επενδύσει σε έναν 18χρονο”. Την επόμενη χρονιά ακούμπησε στο ανδρικό και το καλοκαίρι έγινε ντραφτ. Στο Νο15 μάλιστα.

“Το βράδυ του ντραφτ είχαμε μαζευτεί σε μια καφετέρια στου Ζωγράφου. Πενήντα-εξήντα άτομα για να παρακολουθήσουμε το ντραφτ. Μαζί μας ο προπονητής, Τάκης Ζήβας, ο πρόεδρος Γιάννης Σμυρλής. Χαμός. Όταν ακούσαμε το όνομα του Γιάννη στο Νο15 πανηγυρίσαμε λες και πήραμε το πρωτάθλημα” αφηγείται ο Σαλούστρος. Ο Γιώργος Πάνου βρισκόταν μαζί με τον Γιάννη και τον Θανάση Αντετοκούνμπο στη Νέα Υόρκη, με την ελληνική σημαία στα πόδια.

Εκείνο το ντραφτ ήταν αναπάντεχο. Κι αυτό γιατί ο παίκτης που θεωρητικά θα γινόταν Νο1, o Nerlens Noel, κατρακύλησε στο Νο6. Ο Γιάννης άρχισε να αγχώνεται. Ο Bennett επιλέχτηκε στο Νο1 και ο Noel μετά από πέντε παίκτες από τους Sixers. “Για να πέσει αυτός στο Νο6, φαντάσου τι θα γίνει… Κι αν καταλήξουμε στο δεύτερο γύρο; Κι αν δεν πουν καθόλου το όνομα μου. Ωχ, θα γίνουμε ρεζίλι” γύρισε και είπε τότε αγχωμένος ο Γιάννης. “Δεν ήξερε, όμως, ότι εγώ είχα στο τηλέφωνο και τους Bucks στο Νο15 και τους Hawks στο Νο17. Τον άφησα στην αγωνία του, για να το ζήσει” εξηγεί ο Γιώργου Πάνου, που δεν είχε αμφιβολία. Για την ακρίβεια ποτέ δεν είχε αμφιβολία.

Είχε καταλάβει ότι η μοίρα του Γιάννη ήταν γραμμένη στ’ αστέρια. Ότι το πεπρωμένο του έκρυβε πράγματα που βλέπουμε μια φορά σε κάθε γενιά. “Ήταν μια φάση πριν καν ξεκινήσει ο όλος ντόρος γύρω από το όνομα του. Ένα παιχνίδι μεταξύ του Δούκα και του Φιλαθλητικού για το εφηβικό. Το ματς ήταν στο τελευταίο λεπτό και ο Γιάννης παίζει open. Κάνει cross ντρίμπλα, reverse και καρφώνει. Τότε ήταν 1.96 και είχε παίξει ήδη 39 λεπτά έχοντας φάει πολύ ξύλο. Όταν το είδα, είπα μέσα ‘εδώ είμαστε” ανιχνεύει τη στιγμή στο χρόνο ο Γιώργος Πάνου.

Ο Χρήστος Σαλούστρος θυμάται μια άλλη στιγμή. Το καλοκαίρι στην τελευταία χρονιά (τους) στην Α2. “Παίζαμε φιλικό με ένα κολέγιο από την Αμερική. Ο Γιάννης είχε πετύχει 20 κάτι πόντους. Εκεί αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε ότι δεν αστειεύεται. Ήταν βασικό στέλεχος εκείνης της ομάδας και άρχισε να δείχνει τις αρετές του”.

 

Κάθε μέρα μετράει

 

Πέρα από το σωματικό πακέτο που κάνει και τους Αμερικάνους να παραμιλάνε, ο Γιάννης Αντετοκούνμπο εντυπωσίασε από μικρή ηλικία για τον χαρακτήρα του. Τη νοοτροπία του. Αυτό που αναγράφεται ως work ethic στα σημειωματάρια των σκάουτερ. Δίπλα από το όνομα του μικρού από την Ελλάδα στο συγκεκριμένο κουτάκι μπήκε ένα μεγάλο τικ.

Δούλευε πολύ. Του άρεσε η προπόνηση. Πάλευε σε κάθε προπόνηση και σε κάθε παιχνίδια για κάθε μπάλα. Δεν φοβόταν. Με μια φράση “το έλεγε η καρδιά του”. Μεγάλη αρετή για το ΝΒΑ, που μοιάζει με έναν ωκεανό που κάθε παίκτης καλείται να βουτήξει και να κολυμπήσει.

“Στα παιχνίδια με τον Παναθηναϊκό είχε έρθει να τον δει ο Ίβκοβιτς με τον Αγγέλου. Είχαν ταξιδέψει από τη Σαραγόσα. Ήταν το πρώτο παιχνίδι που είχαν μαζευτεί και σκάουτερ από το ΝΒΑ. Ο Γιάννης το ήξερε αυτό, αλλά κατόρθωσε να το διαχειρισθεί εξαιρετικά. Έκανε σ’ εκείνο το ματς την καλύτερη του εμφάνιση. Ήταν τόσο καλός που οι άνθρωποι της Σαραγόσα ήρθαν στο ημίχρονο με το συμβόλαιο στα χέρια λέγοντας ότι δεν φεύγουμε αν δεν υπογράψουμε. Ήταν μια χρονιά με μεγάλη πίεση και δημοσιότητα, αλλά εκείνος φάνηκε συνεπέστατος. Χειρίστηκε το “πρέπει” που είναι πολύ σημαντικό. Είναι απαραίτητο συστατικό για να μπορέσει ένα αθλητής να κάνει το επόμενο βήμα. Δεν φτάνουν μόνο τα προσόντα” αναλύει ο Γιώργος Πάνου.

Η Σαραγόσα ήταν το “μαξιλαράκι” του Γιάννη. Ένα συμβόλαιο σε μια ευρωπαϊκή ομάδα, την ώρα που εκκρεμούσε ακόμη η υπόθεση με το διαβατήριό του. Δεν είχε πάρει ούτε το ελληνικό, ούτε αυτό της πατρίδας των γονιών του, την Νιγηρία. Μια ομάδα που δεν έμελλε να παίξει ποτέ. Εξάλλου από την πρώτη ντρίμπλα καταλάβαινε κανείς ότι η μοίρα του ήταν να παίξει στο ΝΒΑ.

Το ίδιο πίστευαν και οι παίκτες που τον ζούσαν καθημερινά. Όχι επειδή έβλεπαν τα απίθανα πράγματα που έκανε στο γήπεδο, αλλά και επειδή ήξεραν από πρώτο χέρι πως σκέφτεται. “Φαινόταν από την αρχή πόσο διψούσε για να πετύχει”όπως παραδέχεται ο Χρήστος Σαλούστρος, που πλέον παρακολουθεί τα κατορθώματα του πρώην συμπαίκτη του από τη Ρόδο.

“Αυτό που μου άρεσε πάντα στον Γιάννη ήταν η συγκέντρωση του. Αξιοθαύμαστη! Έχουμε κάνει μαζί πολλές προπονήσεις, ακόμη και φέτος το καλοκαίρι που είχα πάει στην Αμερική. Δεν τον είδα να “κοροϊδεύει” ούτε μια φορά. Να γελάει, να κλέβει, τίποτα. Είναι απόλυτα συγκεντρωμένος από το πρώτο ως το τελευταίο λεπτό. Με κοιτούσε και μου εξηγούσε ότι κάθε μέρα μετράει”επισημαίνει ο Κανέλλος Γαρμπής.

Οι λέξεις που βγήκαν από το στόμα τους μπορεί να ήταν διαφορετικές, το νόημα όμως ήταν το ίδιο. Ένα κάτι σαν “δεν έχει αλλάξει καθόλου”. Ο Γιάννης που παίζει ως all-star, παραμένει ο ίδιος Γιάννης. Ο Γιάννης από τα Σεπόλια. Ο Γιάννης του Φιλαθλητικού.

 

Κρατάει στενή επαφή με τους φίλους του στην Ελλάδα, έστω κι αν πλέον τους βλέπει μόνο το καλοκαίρι. Είτε για να διοργανώσει εξόρμηση με την παρέα του Φιλαθλητικού στη Μύκονο, είτε για να ξεκινήσει να παίζει ένα μονό στο ανοιχτό του Τρίτωνα, για να καταλήξει μια κοσμοσυρροή ανθρώπων και πρώτο θέμα στα media.

Εύκολο από τη μια. Ένα παιδί που πέτυχε να διατηρεί τη μνήμη των όσων πέρασε. Δύσκολο από την άλλη. Από την φτώχεια στα εκατομμύρια. Πόσο συγκεντρωμένο στον στόχο του να μείνει ένας 21χρονος που μέσα σε ένα καλοκαίρι βρέθηκε από την Α2 στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου, στην πρώτη σελίδα των εφημερίδων και το γραφείο του Πρωθυπουργού; Για τον Γιάννη ήταν εύκολο. Για εκείνον υπήρχε μόνο ο πρώτος δρόμος.

Στην Ελλάδα γνώρισε την πείνα. Τις δυσκολίες. Τον ρατσισμό. Γνώρισε όμως και την υποστήριξη. Την αλληλεγγύη. Την καλοσύνη. “Τον είχαμε όλοι από κοντά. Πηγαίναμε συχνά να φάμε κάτι πριν την προπόνηση, αλλά και μετά. Όλα τα παιδιά  βοηθούσαν” θυμάται ο Σαλούστρος. Η οικογένεια των Αντετοκούνμπο ήταν άπορη. Με τέσσερα παιδικά στόματα να αναζητούν τροφή. Εξού κι η εικόνα του “ανορεξικού” Γιάννη στα πρώτα του βήματα. “Όταν τον είχα πρωτογνωρίσει και κάναμε εξετάσεις, ο γιατρός είχε διαπιστώσει ότι το συκώτι του ήταν σε πολύ κακή κατάσταση. Σαν μεγάλου ανθρώπου. Από την αφαγιά. Όλη μέρα με μίλκο και κρουασάν και προπόνηση στα κόκκινα” μαρτυρά ο Γιώργος Πάνου.

Δεν έχω ξαναδεί τόσο δεμένη οικογένεια

Το όνομα του άρχισε να μεγαλώνει. Γινόταν γνωστός. Άρχιζε να κοιτάει τα αστέρια. Το διψασμένο βλέμμα παρέμενε. Αυτό που άλλαξε ήταν οι συνθήκες, που άρχισαν να γίνονται καλύτερες. Από τα Σεπόλια στον Ζωγράφου. Επιλογή στρατηγική για να είναι ο Γιάννης και ο μεγαλύτερος αδερφός του, ο Θανάσης κοντά στο γήπεδο του Φιλαθλητικού.“Όταν μπήκαν στο καινούργιο τους σπίτι, ήθελαν να μας το δείξουν. Θυμάμαι ότι δεν είχα εκείνη την ημέρα αμάξι και μόλις είχαμε τελειώσει την πρωινή προπόνηση. Πήγαμε οπότε στο σπίτι και η μητέρα τους γέμισε το τραπέζι φαγητά. Έξι-εφτά διαφορετικά, δεν θυμάμαι κι εγώ πόσα. Μου έστρωσαν να κοιμηθώ και μετά πήγαμε μαζί στην προπόνηση” είναι η ανάμνηση του Σαλούστρου, που βγάζει το καπέλο στην μητέρα του Γιάννη. “Ηρωίδα πραγματικά. Πάντα με το χαμόγελο στα χείλη”.

Η καλύτερη περιγραφή. “Δεν έχω ξαναδεί τόσο δεμένη οικογένεια”. Τόσο ο Γιάννης, όσο και ο Θανάσης αποθεώνουν τη μητέρα τους σε κάθε ευκαιρία, ενώ έχουν από κοντά τα δύο μικρότερα αδέρφια τους, που είναι επίσης στην Αμερική. Ο λόγος για τον Κώστα και τον Αλέξανδρο. Οι επόμενοι “Greek Freaks” όπως τους αναφέρει στα social media ο αυθεντικός των Bucks.

“Το δέσιμο με την οικογένεια του και ιδιαίτερα με τη μάνα του είναι πολύ έντονο. Πριν καν γίνει ότι γίνει ότι λεφτά είχε ο Γιάννης μοιραζόταν δύο πέντε. Είχε 5 ευρώ ο Γιάννης στην τσέπη του, θα τους έδινε τα τέσσερα”, σύμφωνα με τον Κανέλλο Γαρμπή.

“Γυρνάει από την προπόνηση και τρέχει να δει τον έναν να παίζει. Μετά πάει να πάρει τον άλλον με το αυτοκίνητο από το γήπεδο και απευθείας στο αεροδρόμιο για να πετάξει. Προσπαθεί να τους χωρέσει όλους” περιγράφει ο Γιώργος Πάνου, που εξηγεί ότι “οι προτεραιότητες του Γιάννη είναι ίδιες. Πρώτα η οικογένεια του και μετά η καριέρα του. Δεν έχει αλλάξει αυτό. Προπόνηση-σπίτι. Σπίτι-προπόνηση. Δεν βγαίνει. Ήρθα στο Σαν Αντόνιο να τον δω και πήγαμε πριν το ματς σινεμά και μου παραδέχτηκε ότι μόνο μαζί μου περπατάει τόσο”.

Η ζωή του ΝΒΑer εξάλλου είναι σκληρή. Και απαιτητική. Πολλή προπόνηση. Πολλά παιχνίδια. Πολλά ταξίδια. Δεν γκρινιάζει, όμως. Δεν παραπονιέται. “Η Ελλάδα του λείπει μόνο. Οι φίλοι του. Η παρέα του” υπογραμμίζει ο Κανέλλος Γαρμπής, που είχε περάσει το καλοκαίρι στην Αμερική μαζί του.

 

Προπόνηση. Παιχνίδια. Οικογένεια. Τρία χρόνια δεν έχει αλλάξει τίποτα για τον Γιάννη. Η ίδια πλοκή. Το μόνο που έχει αλλάξει στην ταινία είναι το σκηνικό. Και οι συμπρωταγωνιστές εντός παρκέ. Και οι αντίπαλοι. Kevin Durant, LeBron James και πάει λέγοντας. Ένα τεράστιο άλμα μέσα σε τρία μόλις χρόνια. Και το πιο εντυπωσιακό δεν είναι η απόσταση που έχει διανύσει ο Αντετοκούνμπο μ’ αυτό το άλμα, αλλά η διαπίστωση ότι το άλμα δεν έχει σταματήσει. Ο Γιάννης δεν έχει προσγειωθεί ακόμη.

“Έχει δεκαπλασιάσει τις επιδόσεις και τον τρόπο παιχνιδιού του. Αυτά που έκανε στην Α2 τα κάνει τώρα στο ΝΒΑ. Η διαφορά είναι χαώδης. Όταν βλέπεις έναν τύπο να χτυπάει το close-out, η άμυνα να τον παίζει 2-3 μέτρα πίσω και αυτός να περνάει ολόκληρη την άμυνα και να βάζει καλάθι και φάουλ, τότε τι να λέμε… Είναι μέσα σε όλες τις φάσεις. Έχει εξελίξει το παιχνίδι σε πολύ μεγάλο βαθμό” λέει ο Χρήστος Σαλούστρος προσπαθώντας να αποτυπώσει την εξέλιξη του πρώην συμπαίκτη του αυτά τα τρία χρόνια.

“Αγωνιστικά η αλλαγή του είναι τεράστια. Αυτό που είναι ίδιο είναι το πάθος του και το θέλω του να νικήσει και να παίξει το παιχνίδι. Αυτό παραμένει το ίδιο. Έχει αναπτύξει έναν εγωισμό, καλώς εννοούμενο, μέσα από όσα έχει καταφέρει. Τον έχει κάνει ακόμη πιο δυνατό χαρακτήρα” συμπληρώνει ο Κανέλλος Γαρμπής.

Όλα αυτά μέσα σε τρία χρόνια.

Πριν πάει στο ΝΒΑ; Φοβόταν ότι δεν θα τα καταφέρει. Ανόητη ερώτηση για κάποιον που ξέρει τον Γιάννη. “Ο Γιάννης παίζει για να δείξει ποιος είναι. Θέλει κάθε φορά να δείχνει πως είναι καλύτερος από τον άλλον. Δεν ήταν ποτέ θέμα φόβου”.

Ο Γιάννης δεν φοβάται τίποτα. Και κανέναν.

Πηγή: sport 24

About Pasxalis Fragos